Tuesday 27 February 2018

«η Δημοκρατία δεν έχει ανάγκη από επιστήμονες»...


 «η Δημοκρατία δεν έχει ανάγκη από επιστήμονες»

Αυτά ήταν τα λόγια του δικαστή που καταδίκασε σε θάνατο τον πατέρα της σύγχρονης χημείας, Antoine Laurent Lavoisier . Η δίκη του ήταν σύντομη και πραγματοποιήθηκε εν μέσω της Γαλλικής Επανάστασης.  Ο Lavoisier  εκτελέστηκε (καρατομήθηκε) στη λαιμητόμο στις 8 Μαΐου 1794.


140 χρόνια αργότερα, το 1934, στην Σοβιετική Ένωση η κατάσταση στα πανεπιστήμια περιγράφεται από τον Ιλία Μπορίσοβιτς Ζμπάρσκι ως εξής:

“«Η πατρίδα δεν χρειάζεται χημικούς» μου απάντησαν ορθά κοφτά… Προς μεγάλη μου απογοήτευση πληροφορήθηκα πως ούτε το τμήμα βιολογίας υπήρχε και πώς είχαν απομείνει μόνο η ζωολογία και η βοτανική. Ακόμη και τότε, όμως, έμεινα εμβρόνητος μαθαίνοντας πως η βιολογία, η φυσιολογία και η ζωολογία είχαν διαγραφεί από τα μαθήματα, διότι κάποιοι έκριναν πως δεν ήταν χρήσιμα για το χτίσιμο του σοσιαλιστικού κράτους… Όμως σχεδόν τα μισά μαθήματα είχαν αντικατασταθεί από πολιτικά μαθήματα όπως η Ιστορία του Κόμματος, πολιτική οικονομία, τα οικονομικά του σοσιαλισμού, ιστορικός υλισμός, διαλεκτικός υλισμός και διαλεκτική της φύσης. ” (σελ. 78-80, «Οι ταριχευτές του Λένιν», εκδόσεις σοφίτα, 2016).

Νοέμβριος 1978: Διεξάγεται ομιλία-αντιπαράθεση απόψεων μεταξύ του Edward Wilson και του Stephen Jay Gould. Ο  Edward Wilson δέχεται επίθεση με νερό, προπηλακίζεται και χαρακτηρίζεται ρατσιστής, μισογύνης και συμπαθητικός στην ευγονική από την ομάδα International Committee Against Racism, που άνηκε στο Marxist Progressive Labor Party

Κι όλα αυτά γιατί τόλμησε να γράψει το βιβλίο «Κοινωνιοβιολογία» (στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σύναλμα, 2000), στο οποίο τοποθετήσε τον άνθρωπο στο ζωικό βασίλειο, και μελετώντας το τελευταίο (ήτοι τα χιλιάδες κοινωνικά συστήματα των διαφόρων ειδών ζώων) εξήγαγε κάποια θεωρητικά μοτίβα για την ανθρώπινη συμπεριφορά. Στο βιβλίο του «Η ανθρώπινη φύση» (εκδόσεις Σύναλμα, 1998) που είναι η συνέχεια του τελευταίου κεφαλαίου του βιβλίου «Κοινωνιοβιολογία» ομνύει στην ανθρώπινη πολυπλοκότητα, υπερασπίζεται από γονιδιακή σκοπιά την «διαφορετικότητα» και μέσα από τα συχνά - σκοπίμως - προκλητικά επιχειρήματά του τάσσεται υπέρ ενός επιστημονικού υλισμού, που θα γεφυρώσει τις θετικές με τις ανθρωπιστικές επιστήμες και τελικά θα αναπτύξει τις ανθρώπινες κοινωνίες. 

Όσο κι αν διαφωνείς με ορισμένες πτυχές του έργου του Wilson, απαντάς σ’ αυτό με συγκεκριμένα και ενδελεχώς επεξεργασμένα επιχειρήματα (βλ. για παράδειγμα Marshal Sahlins: «Χρήσεις και καταχρήσεις της βιολογίας. Μια ανθρωπολογική κριτική στην Κοινωνιοβιολογία», εκδόσεις Αλεξάνδρεια, 1997 και «Η δυτική ψευδαίσθηση της ανθρώπινης φύσης», Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2010) κι όχι με προπηλακισμούς που αρμόζουν σε φασίστες και εγκληματίες.
  
Ελλάδα, Φεβρουάριος 2018: Σε σχόλιο μέλους του ΣΕΚ στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αναφέρθηκε το εξής σχετικά με την συνέντευξη του Jacques Balthazart στο LiFO
“ Δεν χρειάζεται να γνωρίζεις απολύτως τίποτα για τη γενετική, τη βιολογία και την αλληλεπίδρασή τους με το περιβάλλον και την κοινωνία, ωστε να φτάσεις στο συμπέρασμα ότι ο τύπος που έγραψε την παρακάτω φράση έχει γράψει ένα βιβλίο που είναι αυτο: σκουπίδι. "Αν σε ελεγχόμενες πειραματικές συνθήκες βάλουμε μόνα τους σε ένα δωμάτιο παιχνιδιών κορίτσια και αγόρια, κατά κανόνα τα δεύτερα επιλέγουν αυθόρμητα αυτοκινητάκια και τρενάκια, ενώ τα πρώτα κούκλες και λούτρινα ζωάκια. Δεν είναι θέμα προτύπων. Π.χ. τα κορίτσια που επιλέγουν «αγορίστικα» παιχνίδια έχουν συνήθως CAH". ”

Στο συγκεκριμένο μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ διέφυγε το εξής: Σε κανένα σημείο του βιβλίου του (“Η βιολογία της ομοφυλοφιλίας ” Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης) ή της εν λόγω συνέντευξης, ο Balthazart δεν αντιμετωπίζει την ομοφυλοφιλία ως ελάττωμα. Αντιθέτως στο βιβλίο του αναφέρει ότι οι ομοφυλόφιλοι δεν είναι ανώμαλοι, ούτε επικίνδυνοι. Η ομοφυλοφιλία είναι μια τυχαία παραλλαγή (κι όχι απόκλιση) της βιολογικής ταυτότητας. Όπως λέει κι ο ίδιος:
"Σε όλους τους ανθρώπους πρέπει να πούμε ότι η διαφορά αυτή [η ομοφυλοφιλία] είναι ουσιαστικά ίδια με τις διαφορές που έχουν οι άνθρωποι ως προς το ανάστημα, το χρώμα των ματιών ή των μαλλιών" (σελ. 331, “Η βιολογία της ομοφυλοφιλίας” Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2016)
Συνεπώς η κοινωνία πρέπει να αντιμετωπίζει ισότιμα και χωρίς προκαταλήψεις τους ομοφυλόφιλους και οι τελευταίοι οφείλουν να μην παρασυρθούν ποτέ στο να έχουν τύψεις για την ταυτότητα τους (σελ. 331-332, “Η βιολογία της ομοφυλοφιλίας” Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2016). 

Καταπιάνεται με την ταυτότητα αυτή, δε, για να απαντήσει σε δικά του ερωτήματα όπως οφείλει να κάνει κάθε ερευνητής. Επιπλέον στην συνέντευξη στο LiFΟ (και στο βιβλίο του) ο Balthazart λέει κάτι πολύ σημαντικό: « τα..ολοκληρωτικά [καθεστώτα] δεν χρειάζονται επιστημονικές αποδείξεις προκειμένου να στοχοποιήσουν μια κοινωνική ομάδα, έχουν πολλές άλλες αφορμές για να το κάνουν.».

Ακόμα και να ήθελε όμως κάποιος διαταραγμένος να κάνει πειράματα ευγονικής, κάτι τέτοιο δεν είναι εφικτό, καθότι δεν μιλάμε για κάποιο γονίδιο ομοφυλοφιλίας, αλλά για ένα (σε μεγάλο βαθμό άγνωστο) σετ γονιδίων που υφίσταται πολλές τυχαίες επιγενετικές τροποποιήσεις. Σ’ αυτή την πολυπλοκότητα δεν γίνονται ελεγχόμενα πειράματα αδρανοποίησης κάποιου γονιδίου (gene knock out). Όπως λέει κι ο ίδιος ο συγγραφέας:

"Σκοπός μου είναι σαφώς να κατανοήσουμε τις βάσεις της ατομικής διακύμανσης στην ανθρώπινη συμπεριφορά. Δεν υπάρχει καμία απολύτως πρόθεση θεραπείας ή προσπάθειας να αλλάξει ο προσανατολισμός. Άλλωστε, αυτό αποδεικνύεται ότι δεν είναι εφικτό, εφόσον ο προσανατολισμός αυτός καθορίζεται από προ- ή περιγεννητικούς παράγοντες. Η πραγματική χρησιμότητα τούτης της πληροφορίας είναι να πείσει τους ανθρώπους ότι κάθε προσπάθεια «θεραπείας» είναι μάταιη, κατά συνέπεια οφείλουν να εγκαταλείψουν τις αποτρόπαιες πρακτικές που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν προκειμένου να αλλάξει ο σεξουαλικός προσανατολισμός." (σελ. xviii, Πρόλογος ελληνικής έκδοσης, “Η βιολογία της ομοφυλοφιλίας ” Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2016)

Σε τελευταία ανάλυση ο Balthazart δεν πρόσβαλλε με οποιοδήποτε τρόπο τους ομοφυλόφιλους, άρα και ο χαρακτηρισμός σκουπίδι δεν του ταιριάζει.

Εκτός κι αν ο συγκεκριμένος χαρακτηρισμός απορρέει από την επιστημονική ανεπάρκεια του Balthazart. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν τεκμαίρεται και δεν προκύπτει - ειδικά- από τα κεφάλαια 7 έως 10 του βιβλίου, στα οποία ο Balthazart εξετάζει όλες τις υποθέσεις της έκφρασης της ομοφυλοφιλίας  (γονιδιακή, ορμονική, σταδιακής μητρικής ανοσοποίησης) διεξοδικά. Αλίμονο αν ο Balthazart στήριζε όλη του την επιχειρηματολογία στα παιχνίδια με τα οποία παίζουν τα παιδιά... Η υπόθεση ότι ο ο Balthazart χρησιμοποιεί την συγκεκριμένη παρατήρηση ως βάση κάποιας επιστημονικής απόφανσης είναι τελείως ανυπόστατη. 

Αλλά και λογικά να το πάρουμε: Ο Balthazart δεν λέει ότι τα αγοράκια πρέπει να παίζουν με τρένα και αυτοκινητάκια, ούτε ότι τα κορίτσια πρέπει να παίζουν με κούκλες και λούτρινα. Δεν λέει καν ότι όλα τα αγόρια και όλα τα κορίτσια παίζουν μ’ αυτά τα παιχνίδια. 
Προφανώς, λοιπόν, το μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έκανε καν τον κόπο να διαβάσει το βιβλίο του Jacques Balthazart. Είδε βιολογία και ομοφυλοφιλία μαζί στον τίτλο και είπε «ώπα εδώ έχουμε να κάνουμε με ευγονική», οπότε νασου και οι χαρακτηρισμοί σκουπίδι, όπως και οι γενικεύσεις ότι είναι αχρείαστες οι γνώσεις βιολογίας για θέματα που αφορούν στον άνθρωπο.

Το νήμα που διατρέχει όλα τα παραπάνω περιστατικά είναι νομίζω προφανές: ο δογματισμός (και η ημιμάθεια που συχνά τον συνοδεύει). Ο οποίος δογματισμός, όταν μολύνει ανθρώπους με εξουσία, (βλ. το παραπάνω γεγονός στην Σοβιετική Ένωση) παράγει τερατουργήματα. 

Η λύση είναι απλή, αλλά και συνάμα τόσο δύσκολη: Να μάθουμε να εκτιμούμε την διαφορετική άποψη ψύχραιμα και (όσο το δυνατόν) πιο έντιμα. Να εξοικειωθούμε με το γεγονός ότι κάποιοι σκέφτονται πολύ διαφορετικά από εμάς, ξεκινώντας από άλλη αφετηρία και χρησιμοποιώντας διαφορετική ορολογία (στην προκειμένη περίπτωση ο βιολόγος Jacques Balthazart έφερε σε αμηχανία σε σημείο έκρηξης τον δικηγόρο, μέλος της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που νοιώθει άνετα με την μαρξική ορολογία).

Είναι πρόδηλο ότι αν δεν κατακτήσουμε αυτή την ικανότητα, τότε κάθε προσπάθεια για μετωπική συμπόρευση στο πεδίο της πολιτικής καθώς και κάθε προσπάθεια για διεπιστημονική συνεργασία στο πεδίο της έρευνας είναι καταδικασμένες.